Ζωολογία
Convert HTML to PDF

Το ενδιαφέρον των Βυζαντινών για τα ζώα, παράξενα και εξωτικά ή κατοικίδια και κυνηγετικά, βασίστηκε στην παράδοση της Ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας και κυρίως στα έργα του Αριστοτέλη, όπως αυτά παραδόθηκαν με την επιμέλεια του αλεξανδρινού γραμματικού Αριστοφάνη του Βυζάντιου, και το σύγγραμμα Περί ζώων ιδιότητος του σοφιστή Κλαύδιου Αιλιανού, που είχε μεγάλη επιτυχία λόγω της γοητευτικής γραφής και του ηθικοπλαστικού σκοπού του.

Στην Ύστερη Αρχαιότητα, η ιδιαίτερη θέση των ζώων μαρτυρείται τόσο στο πλαίσιο της θεολογικής εξήγησης της δημιουργίας του κόσμου, ειδικά στις ομιλίες του Μεγάλου Βασιλείου για την Εξαήμερο, όσο και στο πλαίσιο των παραδοξολογιών και του εξωτισμού, ειδικά στα τέσσερα βιβλία του Τιμόθεου από τη Γάζα, με γενικό τίτλο: Περί ζώων τετραπόδων θηρίων των παρ’ Ινδοίς και Άραψι και Αιγυπτίοις και όσα τρέφει Λιβύη, και περί ορνέων ξένων τε και αλλοκότων και όφεων. Στο ίδιο πνεύμα άρχισαν να παραφράζονται την εποχή αυτή παλαιότερα έργα, όπως τα Αλιευτικά και τα Κυνηγετικά του Οππιανού. Στα παραπάνω έργα σπάνια απαντούν νύξεις για τις άγριες όψεις της φύσης και τις σκληρές διαδικασίες της φυσικής επιλογής και επιβίωσης, γι’ αυτό και τα ζώα θεωρούνταν γενικά ως παραδείσια όντα, που υπενθύμιζαν στον άνθρωπο τον Θεό δημιουργό. Με την παράδοση αυτή ευθυγραμμίστηκε και η πολιτική των Εικονομάχων αυτοκρατόρων, που επέτρεπαν αποκλειστικά την απεικόνιση ζώων στους ναούς, κυρίως πτηνών, εκτός από το γεωμετρικό και το φυτικό διάκοσμο.

Η τάση για εγκυκλοπαιδισμό του λόγιου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ’ του Πορφυρογέννητου οδήγησε στη συγγραφή ενός ζωολογικού ερανιστικού έργου με τον τίτλο Συλλογή περί της των ζώων ιστορίας, χερσαίων, πτηνών τε και θαλαττίων, το οποίο μας έχει σωθεί κατά το ήμισυ· τα δύο πρώτα βιβλία πραγματεύονται τη μεθοδολογία της ταξινόμησης και τη ζωή και το χαρακτήρα των ζωοτόκων, ενώ τα επόμενα δύο, χαμένα σήμερα, βιβλία θα αφορούσαν στα ωοτόκα, δηλαδή στα ψάρια και τα πτηνά.

Πιο πρακτικό σκοπό είχαν τα διάφορα συγγράμματα για την κτηνιατρική, και ιδίως για τους ίππους, τα άλογα και τα κυνηγετικά γεράκια. Αν και ο σημαντικότερος κτηνίατρος της Αρχαιότητας ήταν ο Άψυρτος, που έζησε κατά πάσα πιθανότητα στην εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου , τα κείμενά του έτυχαν μεγάλης επεξεργασίας από τις επόμενες γενιές ιατρών, έγιναν συντομότερα, περιεκτικότερα και συμπληρώθηκαν με περιστατικά από την καθημερινή εμπειρία. Ο Δημήτριος Πεπαγωμένος, γιατρός του 13ου αιώνα, έγραψε με εντολή του αυτοκράτορα, ίσως του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου , ένα ιερακοσόφιον, στο οποίο ένα σημαντικό τμήμα καταλαμβάνουν οι συνταγές για τη θεραπεία των ασθενειών των γερακιών, που χρησιμοποιούνταν από τον βασιλέα και την αριστοκρατία στο κυνήγι. Ο Πεπαγωμένος συνέταξε επίσης και ένα κυνοσόφιον, στο οποίο πραγματεύτηκε την επιλογή, την εκτροφή και την εκπαίδευση των σκύλων.

Η δημώδης λογοτεχνία του ύστερου Βυζαντίου περιλαμβάνει τρία σατιρικά ποιήματα, τον Πουλολόγο, την Διήγησιν των τετραπόδων ζώων και το Συναξάριον του τιμημένου γαδάρου. Στο πρώτο, η υπόθεση εκτυλίσσεται στους ουρανούς: ο αετός παντρεύει το γιο του και καλεί όλα τα πουλιά σε κοινό τραπέζι, στο οποίο μετά το φαγοπότι αρχίζουν να αλληλοβρίζονται κατά ζεύγη, ο πελαργός με τον κύκνο, ο πελεκάνος με την ώτιδα (άγρια γαλοπούλα), η νυχτερίδα με την πέρδικα κτλ. Τελικά η διένεξη σταματά μετά τις απειλές του αετού ότι θα διατάξει το γεράκι και τον φάλκο να τους επιτεθούν. Στην Διήγησιν το σκηνικό μεταφέρεται στο δάσος, όπου ο βασιλιάς λέων με παρακαθήμενο τον ελέφαντα και υπουργούς τον πάρδο και τον λεοντόπαρδο συγκαλούν συνέλευση των τετραπόδων με θέμα την ειρήνευση μεταξύ τους – μετά τους αρχικούς δισταγμούς η συνέλευση πραγματοποιείται, αλλά τα ζώα άρχισαν να παραπονούνται και να επιτίθενται λεκτικά το ένα στο άλλο· δεν αργεί η επίθεση να γίνει πραγματική, με αποτέλεσμα ένα απίθανο μακελειό. Αν στα δύο αυτά έργα, η σάτιρα στρεφόταν εναντίον της κοσμικής εξουσίας και των παράλογων συναθροίσεών της, ο Γάδαρος στρέφει τα βέλη του εναντίον των σοφών και λογίων που νέμονταν τα εκκλησιαστικά αξιώματα και πλούτιζαν με αθέμιτα μέσα. Ένας γάιδαρος το έσκασε από το αφεντικό του και έπεσε στα νύχια ενός λύκου και μιας αλεπούς που, για να τον φάνε, σκαρφίστηκαν ένα ταξίδι στους Αγίους Τόπους όπου θα ζητιάνευαν και θα πλούτιζαν όλοι μαζί. Μπήκαν σε μια βάρκα και ο λύκος έγινε καπετάνιος, η αλεπού κάθισε στο τιμόνι και ο γάιδαρος άρχισε να κωπηλατεί. Στη μέση της θάλασσας η αλεπού είδε στο όνειρό της ότι θα συναντούσαν καταιγίδα και γι’ αυτό αποφάσισαν να εξομολογηθούν. Ο λύκος έδωσε άφεση αμαρτιών στην αλεπού και η αλεπού στο λύκο, αλλά για την αμαρτία του γάιδαρου, που είχε φάει ένα μαρουλόφυλλο, έφεραν τον νομοκάνονα, που όριζε ότι θα έπρεπε να του κόψουν τα δύο μπροστινά πόδια και να του βγάλουν το ένα μάτι. Ο γάιδαρος, που κατάλαβε το δόλο και αποφάσισε να εκδικηθεί, με τέχνασμα τους έριξε στη θάλασσα και για τη μεγάλη του νίκη πήρε το όνομα Νίκος.


Βιβλιογραφία (3)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο