Μουσική
Convert HTML to PDF

Οι ψαλμωδίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας και μία ομάδα ασμάτων προς τιμήν του αυτοκράτορα και των μελών της οικογένειάς του ή υψηλόβαθμων αξιωματούχων της Εκκλησίας είναι όσα μας έχουν σωθεί από την μουσική παραγωγή των Βυζαντινών. Δυστυχώς, μας είναι σχεδόν άγνωστη η κοσμική μουσική του Βυζαντίου, αλλά πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας και κοσμικοί συγγραφείς στηλιτεύουν την αγοραία επίδραση της μουσικής του θεάτρου με την, εξαγνιστική για το πνεύμα, ευγενική επιρροή της ιερής μουσικής.

Την μουσική παραγωγή του Βυζαντίου διασώζουν μουσικά χειρόγραφα με συλλογές εκκλησιαστικών ύμνων και λειτουργικών μελωδιών, με τα πολυχρόνια, τα ποιήματα προς τιμήν του αυτοκράτορα, αλλά και πραγματείες σχετικά με τη θεωρία και τη σημειογραφία της μουσικής και περιγραφές εκκλησιαστικών τελετών και κοσμικών εορτών, όπου τραγουδιούνταν ύμνοι και ψαλμοί, ενώ παιζόταν και ενόργανη μουσική.

Η μουσική των Βυζαντινών έχει πάρει στοιχεία τόσο από την αρχαία Ελληνική και τη Ρωμαϊκή μουσική, όσο και από την ψαλτική των Εβραίων. Αρχικά κωδικοποιήθηκε με ένα περιορισμένων εκφραστικών δυνατοτήτων σύστημα, το οποίο αργότερα εξελίχθηκε στην Αλεξάνδρεια, την Αντιόχεια και την Έφεσο. Τα πρώτα σύμβολα που δηλώνουν μελωδικές εναλλαγές (νεύματα), εμφανίζονται από τον 9ο αιώνα. Έτσι, οι γνώσεις μας για τη μουσική των προηγούμενων περιόδων προέρχονται κυρίως από τυπικά μοναστηριών και πατερικά κείμενα. Σύμφωνα με τα κείμενα αυτά, τα πρώτα μέλη μάλλον ήταν συλλαβικά (μία νότα αντιστοιχεί σε μία συλλαβή). Στα τέλη του 9ου αιώνα η Βυζαντινή μουσική ενορχηστρώνεται και αποκτά ένα νέο μελισματικό (μία συλλαβή του κειμένου εκτείνεται σε μεγαλύτερες ομάδες φθόγγων) και καλοφωνικό ύφος, ενώ παύει να είναι μονοφωνική.

Το σύστημα της Βυζαντινής μουσικής σημειογραφίας περνά από διάφορα στάδια εξέλιξης πριν να αποκτήσει τη τελική του μορφή, που δηλώνει βήμα βήμα την κατεύθυνση της μελωδίας, στα τέλη του 12ου αιώνα. Το ώριμο αυτό διαστηματικό σύστημα σημειογραφίας, δίνει τη δυνατότητα της γραπτής έκφρασης πολύπλοκων μελωδικών σχέσεων με τη χρήση λίγων συγκεκριμένων συμβόλων, προσφέροντας έτσι στους συνθέτες την ευκαιρία να αποδώσουν μεγάλη ποικιλία ρυθμικών, μελωδικών και δυναμικών μουσικών αποχρώσεων. Οι μελωδίες, ωστόσο, της Βυζαντινής μουσικής παραμένουν περιορισμένες, καθώς το συνθετικό της πλαίσιο αποτελείται από οκτώ βασικές μελωδικές γραμμές ή «ήχους» (Οκτώηχος), τέσσερις ορθούς και τέσσερις πλάγιους. Κάθε μελωδική γραμμή χαρακτηρίζεται από την παράταξη συγκεκριμένων μελωδικών δρόμων, που αποτελούν και τον κεντρικό ρυθμό του ύμνου. Οι ήχοι αυτοί μπορούν να συνδυαστούν με διάφορους τρόπους, αλλά όλες οι μουσικές φράσεις ανάγονται στα περιορισμένα στοιχεία τους.

Οι κυριότεροι σταθμοί στην εξέλιξη της Βυζαντινής μουσικής έχουν συνδυαστεί με τα ονόματα ή και τα γραπτά κορυφαίων μελωδών. Ο Ρωμανός ο Μελωδός, εξέλιξε τους εκκλησιαστικούς ύμνους, καθώς τους έκανε συνθετότερους και μεγαλύτερους σε διάρκεια, ενώ νέους τύπους ύμνων εισήγε ο Κοσμάς ο Υμνογράφος. Η τελική μορφή της Βυζαντινής μουσικής, αποδεσμευμένη πλήρως από το μονοφωνικό, συλλαβικό παρελθόν της, έχει ταυτιστεί με τον Ιωάννη Κουκουζέλη, ο οποίος έδωσε έμφαση στη μελωδία, ενώ οργάνωσε τους νέους ψαλμούς σε ανθολογίες (ακολουθίες). Αυτή η τελευταία φάση της Βυζαντινής μουσικής, αποτέλεσε και τον πυρήνα που επιβίωσε της Οθωμανικής κυριαρχίας και αποτελεί ακόμα και σήμερα τη βάση της Ορθόδοξης εκκλησιαστικής υμνογραφίας.


Βιβλιογραφία (0)


Σχόλια (0)

Νέο Σχόλιο